βασκανία

βασκανία
βασκανία, ας, ἡ (s. βασκαίνω Pla., Demosth. et al.) envy (Dio Chrys. 28 [45], 5; Vi. Aesopi W 16 P.; 4 Macc 1:26; 2:15; TestIss 4:5; Philo; Jos., Ant. 3, 268) IRo 7:2.—Welles p. 321. M-M s.v. βασκαίνω.

Ελληνικά-Αγγλικά παλαιοχριστιανική Λογοτεχνία. 2015.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • βασκανία — βασκανίᾱ , βασκανία malign influence fem nom/voc/acc dual βασκανίᾱ , βασκανία malign influence fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βασκανίᾳ — βασκανίαι , βασκανία malign influence fem nom/voc pl βασκανίᾱͅ , βασκανία malign influence fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βασκανία — Η επιβλαβής επήρεια που μπορούν να ασκήσουν ορισμένα άτομα πάνω σε άλλα, είτε με το βλέμμα τους είτε με παράδοξο μορφασμό του προσώπου τους. Η πίστη στη β. είναι πανάρχαια και τη συναντούμε όχι μόνο σε πρωτόγονους λαούς αλλά και σε λαούς με… …   Dictionary of Greek

  • βασκανία — η το βάσκαμα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • βασκάνια — βασκάνιον charm neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βασκανίας — βασκανίᾱς , βασκανία malign influence fem acc pl βασκανίᾱς , βασκανία malign influence fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βασκανίαι — βασκανία malign influence fem nom/voc pl βασκανίᾱͅ , βασκανία malign influence fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βασκανίαν — βασκανίᾱν , βασκανία malign influence fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Чары —    • Βασκανία,          род чары посредством взгляда или языка; особенно во вред детям или счастливым людям, также против скота и полевых плодов. Для уничтожения действия этой чары сплевывали троекратно или произносили известные формулы. Это… …   Реальный словарь классических древностей

  • βασκανίαις — βασκανία malign influence fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • βασκανίη — βασκανία malign influence fem nom/voc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”